Το παιδί δεν πίνει το γάλα του…

Το παιδί δεν πίνει το γάλα του…

Πρωινό ξύπνημα, ετοιμασία για το σχολείο και κλάματα από τα παιδιά που αρνούνται πεισματικά να πιουν το γάλα τους…

Γνωστή σκηνή που επαναλαμβάνεται τακτικά στις περισσότερες οικογένειες.  Τι συμβαίνει πραγματικά; Δεν τους αρέσει το γάλα, το έχουν συνδυάσει με το σχολείο ή μήπως κάτι παραπάνω;

Αρκετά είναι τα παιδιά που δυσκολεύονται να καταναλώσουν γαλακτοκομικά προϊόντα (ιδιαίτερα το γάλα), εξαιτίας των δυσάρεστων συμπτωμάτων που αντιμετωπίζουν από το πεπτικό τους σύστημα. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως δυσανεξία στη λακτόζη και μπορεί να παρατηρηθεί ακόμα και στην ενήλικη ζωή. Άμεση συνέπειά του είναι η αποφυγή των τροφών που περιέχουν τη λακτόζη, κάτι που συνεπάγεται και στέρηση πολύτιμων θρεπτικών συστατικών, όπως για παράδειγμα του ασβεστίου. Είναι όμως αυτή η μόνη λύση;

Τι είναι και που οφείλεται η δυσανεξία στη λακτόζη;
Η λακτόζη είναι ένα σάκχαρο που υπάρχει στο γάλα. O ανθρώπινος οργανισμός δεν μπορεί να την αφομοιώσει όταν του λείπει ένα ένζυμο, η λακτάση, που διασπά τη λακτόζη σε απλά σάκχαρα (γλυκόζη και γαλακτόζη). Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, η αδιάσπαστη λακτόζη περνά στο παχύ έντερο και προκαλεί ενοχλητικά συμπτώματα. Το πρόβλημα αυτό είναι πρωτογενές (γενετικό) ή δευτερογενές (συνέπεια άλλων καταστάσεων, όπως π.χ. νόσων του εντέρου). Εμφανίζει μεγάλη συχνότητα σε χώρες της Άπω Ανατολής (90%) και στους Αφροαμερικανούς (80%). Στη χώρα μας η συχνότητα εμφάνισης δυσανεξίας στη λακτόζη μεγαλώνει με την ηλικία και κυμαίνεται από το 8 έως το 75%.
Ποια είναι τα συμπτώματα της;
Τα συμπτώματα δυσανεξίας στη λακτόζη ποικίλλουν και σχετίζονται με την ποσότητα της λακτόζης που καταναλώθηκε. Υπάρχουν άτομα που έχουν δυνατότητα πέψης μικρών ποσοτήτων λακτόζης και άλλα με μηδενική ανοχή σε αυτή. Σε ήπιες περιπτώσεις, παρατηρούνται μικρά φουσκώματα και σε ακραίες περιπτώσεις, παρατηρούνται κοιλιακά άλγη, κράμπες και διάρροια. Παρότι η συχνότητα εμφάνισης της δυσανεξίας είναι ίδια και στα δύο φύλα, εκτιμάται ότι τα συμπτώματα είναι πιο έντονα στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες. Τα άτομα που εμφανίζουν δυσανεξία στη λακτόζη, οδηγούνται αναπόφευκτα στην αποφυγή ή στη μείωση της κατανάλωσης του γάλακτος. Αυτό όμως έχει σαν συνέπεια τη μείωση της πρόσληψης ασβεστίου, κάτι που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης.
Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί;
1) Συνήθως, τα άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη έχουν χαμηλά επίπεδα λακτάσης και όχι πλήρη έλλειψη του ενζύμου. Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να γίνει δοκιμή κατανάλωσης μικρότερης ποσότητας γάλακτος, π.χ. ½ ποτήρι γάλα 2-3 φορές την ημέρα. Είναι πιθανό ο οργανισμός να ανταποκριθεί θετικά και να μπορέσει να διασπάσει το γάλα χωρίς δυσάρεστες ενοχλήσεις.
2) Τα γαλακτοκομικά προϊόντα που έχουν υποστεί ζύμωση πχ γιαούρτι, επιδόρπια γιαουρτιού, τυρί, κεφίρ έχουν χαμηλότερα επίπεδα λακτόζης από το γάλα και είναι συνήθως πιο εύπεπτα από τον οργανισμό (σε λογικές πάντα ποσότητες). Θα μπορούσαν λοιπόν τα άτομα με δυσανεξία ση λακτόζη να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ασβέστιο με τα τρόφιμα αυτά.
3) Αποτελεσματική μπορεί να είναι και η κατανάλωση των γαλακτοκομικών μαζί με άλλες τροφές (π.χ. γάλα με δημητριακά ή τυρί μαζί με το γεύμα). Με αυτό τον τρόπο, ο οργανισμός είναι πιθανό να ανεχτεί τη λακτόζη καλύτερα.
4) Υπάρχουν διαθέσιμα στο εμπόριο γάλατα με 70% λιγότερη λακτόζη, που είναι καλά ανεκτά από πολλά άτομα με ανεπάρκεια λακτάσης.
Χρυσάνθη Συρίμπεη
Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος MSc

Related posts

Επικοινωνία

Τεγέας 15, Αργυρούπολη, 164 52


2109956990


info@trofoupoli.gr

Επικοινωνήστε μαζί μας!

Εγγραφή στο Newsletter

Δεν στέλνουμε spam! Διαβάστε την πολιτική απορρήτου για περισσότερες λεπτομέρειες.